συγκεκριμένη τέχνη ή απόλυτη τέχνη

συγκεκριμένη τέχνη ή απόλυτη τέχνη
Όρος που υιοθετήθηκε από μερικούς σύγχρονους καλλιτέχνες αντί του «αφηρημένη τέχνη». Ο τελευταίος όρος περιορίζεται μόνο σε ένα τύπο τέχνης, όπως π.χ. ο κυβισμός, που εμφανίζεται ως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας αφαίρεσης των φυσικών χαρακτηριστικών· ενώ συγκεκριμένη ή απόλυτη τέχνη ονομάζεται εκείνη που δεν ξεκινά από ένα φυσικό αντικείμενο, αλλά εκδηλώνεται μ’ ένα σύνολο γραμμών και χρωμάτων. Σ’ ένα άρθρο του 1919 ο Ολλανδός Τέο βαν Ντέσμπουργκ, ιδρυτής του περιοδικού De Stijl, χρησιμοποίησε τον όρο «συγκεκριμένη τέχνη», δίνοντας του ακριβέστατη σημασία: «Η ζωγραφική μας είναι μια συγκεκριμένη και όχι αφηρημένη ζωγραφική, γιατί ξεπεράσαμε την περίοδο των θεωρητικών αναζητήσεων και των πειραματισμών. Αναζητώντας την καθαρότητα, οι καλλιτέχνες ήταν υποχρεωμένοι να προχωρούν με αφαιρετικές διεργασίες, για να αποκαλύπτουν τα πλαστικά στοιχεία, που ήταν κρυμμένα στις φυσικές μορφές, να παραμερίζουν τις μορφές της φύσης και να τις αντικατασταίνουν με μορφές «τέχνης». Συγκεκριμένη και όχι αφηρημένη ζωγραφική, γιατί τίποτε δεν είναι πιο συγκεκριμένο, πιο πραγματικό από μια γραμμή. Είναι η συγκεκριμενοποίηση του δημιουργικού πνεύματος». Ο ίδιος καλλιτέχνης εξέδωσε στο Παρίσι το 1930 το πρώτο τεύχος ενός περιοδικού με τον τίτλο Art concret («Συγκεκριμένη Τέχνη»). Οι όροι «συγκεκριμένη» και «απόλυτη» τέχνη χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ακόμα για το χαρακτηρισμό των ανεικονικών ρευμάτων που αναπτύχθηκαν κυρίως μεταξύ των δύο παγκόσμιων πόλεμων. Παρόλα αυτά δεν αντικατάστησαν ουσιαστικά τον όρο «αφηρημένη τέχνη», που παραμένει ο συνηθέστερος στην ιστορία και στην κριτική της σύγχρονης τέχνης. Ο όρος «συγκεκριμένη τέχνη» –που δεν κατόρθωσε να αντικαταστήσει τον όρο «αφηρημένη τέχνη»– επινοήθηκε το 1919 από τον Ολλανδό ζωγράφο βαν Ντέσμπουργκ, δημιουργό αυτής της «Σύνθεσης» (1920) (Συλλογή Ντέσμπουργκ, Μεντόν).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • πρωτοπορία — Ο όρος αναφέρεται γενικά σε λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα που καινοτομούν τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη μορφή. Στον 19o αι. η π. (avant garde) είχε έννοια πολιτική και σήμαινε τα ρεύματα και τις ομάδες της Aριστεράς. Μόνο στις αρχές… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”